Κατάλογος Ακρωνύμιων

AC Κατηγορία Αντικειμένων (Article Category)
ADN Η ευρωπαϊκή συμφωνία για τις διεθνείς μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων μέσω της εσωτερικής ναυσιπλοΐας, η οποία επισυνάπτεται στο ψήφισμα αριθ. 223 της Επιτροπής Εσωτερικών Μεταφορών της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη, όπως τροποποιήθηκε (European Agreement concerning the International Carriage of Dangerous Goods by Inland Waterways)
ADR Η Ευρωπαϊκή Συμφωνία για τις Διεθνείς Οδικές Μεταφορές Επικίνδυνων Εμπορευμάτων στο πλαίσιο της Οδηγίας-Πλαισίου 94/55/EΚ, όπως τροποποιήθηκε (European Agreement concerning the International Carriage of Dangerous Goods by Road)
ATE Εκτίμηση οξείας τοξικότητας: οι τιμές οξείας τοξικότητας εκφράζονται ως (κατά προσέγγιση) τιμές LD50 (από του στόματος, διά του δέρματος) ή ως LC50 (διά της εισπνοής), είτε ως AΤΕ (Acute Τoxicity Εstimates).
ATP Προσαρμογή στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο (στο παρόν έγγραφο η μνεία «ATP» αναφέρεται σε «ATP» του κανονισμού CLP) (Adaptation to Technical and Scientific Progress)
BPR Κανονισμός για τα Βιοκτόνα (Biocidal Products Regulation)
BREF Έγγραφα Αναφοράς για τις Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές (Best Available Technique Reference Document)
CAS Αριθμός Χημικής Ταυτοποίησης (Chemical Abstracts Service)
CBI Εμπιστευτικές Επιχειρηματικές Πληροφορίες (Confidential Business Information)
CL Κατάλογος Υποψήφιων Ουσιών (Classification and Labelling Inventory)
CLH Εναρμονισμένη Ταξινόμηση και Επισήμανση (Harmonised Classification and Labelling)
CLP Regulation Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων. (Regulation (EC) No 1272/2008 on Classification, Labelling and Packaging of substances and mixtures)
CPNP Διαδικτυακή Πύλη Κοινοποίησης για τα Καλλυντικά Προϊόντα (Cosmetic Products Notification Portal)
CRF Πώμα Ασφαλείας για Παιδιά (Child-Resistant Fastening)
CSA Αξιολόγηση Χημικής Ασφάλειας (Chemical Safety Assessment)
CSR Έκθεση Χημικής Ασφάλειας (Chemical Safety Report)
DMEL Παράγωγο Επίπεδο με Ελάχιστες Επιπτώσεις (Derived Minimum Effect Level)
DNEL Παράγωγο Επίπεδο Χωρίς Επιπτώσεις (Derived No Effect Level)
DPD Οδηγία για τα επικίνδυνα παρασκευάσματα: οδηγία 1999/45/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 1999, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων παρασκευασμάτων (Dangerous Preparations Directive)
DSD Οδηγία για τις Επικίνδυνες Ουσίες (67/548/EΟΚ και σχετικές ΠΤΠ) (Dangerous Substances Directive)
DU Μεταγενέστερος χρήστης (Downstream User)
EAPCCT Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος Κέντρων Δηλητηριάσεων και Κλινικής Τοξικολογίας (European Association of Poisons Centres and Clinical Toxicologists)
ECHA  Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (European Chemicals Agency)
EFSA Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (European Food Safety Authority)
EINECS Ευρωπαϊκό Ευρετήριο των Χημικών Ουσιών που κυκλοφορούν στο Εμπόριο (European Inventory of Existing Commercial Chemical Substances)
EΝ Ευρωπαϊκά Πρότυπα (European Norms (or European Standards))
ELINCS Ευρωπαϊκός Κατάλογος των Κοινοποιηθεισών Ουσιών (European List of Notified Chemical Substances)
ERC Κατηγορία Απελευθέρωσης στο Περιβάλλον (Environmental Release Class)
ES   Σενάριο Έκθεσης (Exposure Scenario)
EuPCS Ευρωπαϊκό σύστημα κατηγοριοποίησης προϊόντων (European Product Categorisation System)
GCI Γενικός Aναγνωριστικός Kωδικός Συστατικού (Generic Component Identifier)
GCL Γενικό Όριο Συγκέντρωσης (Generic Concentration Limit)
HPV Παραγωγή σε Μεγάλες Ποσότητες (High Production Volume)
HSDB Βάση Δεδομένων για τις Επικίνδυνες Ουσίες (Hazardous Substances Data Bank)
ICAO «Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας», αναφέρεται στο παράρτημα 18 της Σύμβασης για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία «Ασφαλής εναέρια μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων» (International Civil Aviation Organisation)
IMDG                  «Διεθνής ναυτιλιακός κώδικας για τη μεταφορά των επικίνδυνων εμπορευμάτων» (International Maritime Dangerous Goods Code)
IPCS Διεθνές Πρόγραμμα Χημικής Ασφάλειας (International Programme on Chemical Safety)
IRIS Ολοκληρωμένο σύστημα πληροφοριών σχετικά με τους κινδύνους (Integrated Risk Information System)
IUCLID  Διεθνής βάση δεδομένων ενιαίων χημικών πληροφοριών (International Uniform Chemical Information Database)
IUPAC  Διεθνής Ένωση Καθαρής και Εφαρμοσμένης Χημείας (International Union of Pure and Applied Chemistry)
LD50 Μέση Θανατηφόρος Δόση (Median Lethal Concentration)
LE Νομική Οντότητα (Legal Entity)
LR Κύριος Καταχωρίζων (Lead Registrant)
MiM Μείγμα εντός Μείγματος (Mixture in a Mixture)
MS EA  Αρχή Ελέγχου Εφαρμογής της Νομοθεσίας Κράτους Μέλους (Member State Enforcement Authority)
NICNAS (Australia) Εθνικό Σύστημα για την Κοινοποίηση και την Αξιολόγηση των Χημικών Προϊόντων της Αυστραλίας (National Industrial Chemicals Notification and Assessment Scheme)
NIOSH (United States) Υπηρεσία των ΗΠΑ για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (National Institute of Occupational Safety and Health)
OC Συνθήκες Λειτουργίας (Operational Condition)
OSHA (United States) Οργανισμός Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας (ΗΠΑ) (Occupational Safety and Health Administration)
PC  Κατηγορία Χημικού Προϊόντος (Chemical Product Category)
PNEC Προβλεπόμενη Συγκέντρωση Χωρίς Επιπτώσεις (Predicted No-Effect Concentration)
PPORD Έρευνα και Ανάπτυξη Προϊόντων και Διαδικασιών Παρασκευής (Product and Process Orientated Research and Development)
PPPR Κανονισμός για τα Φυτοπροστατευτικά Προϊόντα: κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (Plant Protection Products Regulation)
PROC Κατηγορία Διαδικασίας (Process Category)
(Q)SAR (Ποσοτική) σχέση Δομής-Δραστικότητας (Qualitative Structure Activity Relationship)
REACH Καταχώριση, Αξιολόγηση, Αδειοδότηση και Περιορισμοί των Χημικών Προϊόντων, Κανονισμός (EΚ) αριθ.1907/2006 (Registration, Evaluation, Authorisation and Restriction of Chemicals)
RID Κανονισμός για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων στο πλαίσιο της οδηγίας-πλαισίου 96/49/ΕΚ [παράρτημα 1 στο προσάρτημα Β (Ενιαίοι κανόνες για τη σύμβαση διεθνών σιδηροδρομικών μεταφορών εμπορευμάτων) (CIM) της COTIF (Σύμβαση σχετικά με τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές), όπως έχει τροποποιηθεί (Regulation concerning the International Carriage of Dangerous Goods by Rail)
RMM Μέτρο Διαχείρισης Κινδύνου (Risk Management Measure)
RR Σχετικό Ρίσκο (Relative Risk)
RSS Ουσιαστική Περίληψη Μελέτης (Robust Study Summaries)
RTECS Αρχείο Τοξικών Επιδράσεων Χημικών Ουσιών (Registry of Toxic Effects of Chemical Substances)
RTGD (United Nations) Συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών περί Μεταφοράς Επικίνδυνων Εμπορευμάτων (Recommendations on the Transport of Dangerous Goods)
SCED  Ειδικός Συντελεστής Έκθεσης των Καταναλωτών (Specific Consumer Exposure Determinants)
SCL Ειδικό Όριο Συγκέντρωσης (Specific Concentration Limit)
SDS Δελτίο Δεδομένων Ασφαλείας (Safety Data Sheet)
SF Τυποποιημένες Συνθέσεις (Standard Formulas)
SIP Προφίλ Ταυτότητας Ουσίας (Substance Identity Profile)
SpERC Ειδική Κατηγορία Απελευθέρωσης στο Περιβάλλον (Specific Environmental Release Category)
SU  Τομέας Κατηγορίας Χρήσης (Sectors of Use)
SVHC   Ουσία που προκαλεί πολύ μεγάλη ανησυχία (Substances of Very High Concern)
UN Ηνωμένα Έθνη (United Nations)
XML Επεκτάσιμη Γλώσσα Σήμανσης (eXtensible Markup Language)
αΑαΒ Άκρως ανθεκτική και άκρως Βιοσυσσωρεύσιμη ουσία
ΑΑΚΜ Αρμόδια Αρχή Κράτους Μέλους
ΑΒΤ Ανθεκτική, Βιοσυσσωρεύσιμη και Τοξική ουσία
ΔΔΑ Δελτίο Δεδομένων Ασφαλείας
ΕΕ  Ευρωπαϊκή Ένωση
ΕΚ Ευρωπαϊκή Κοινότητα
ΕΟΧ Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος
ΕΧΑ Έκθεση Χημικής Ασφάλειας
Κανονισμός CLP Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/EΟΚ και 1999/45/EΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1907/2006
Κανονισμός PIC Κανονισμός σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση• κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 649/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τις εξαγωγές και εισαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 201 της 27.07.2012, σ. 60)
Κανονισμός REACH Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων, καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού(ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ της Επιτροπής
ΚΚ Κύριος Καταχωρίζων
ΚΜΤ Καρκινογόνος, Μεταλλαξιογόνος, Τοξική για την αναπαραγωγή
ΜΑΠ Μέσα Ατομικής Προστασίας
ΜΜΕ Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις
ΟΕΠ Ορθές Εργαστηριακές Πρακτικές
ΟΟΣΑ Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης
ΠΕΣ (Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών) Παγκοσμίως Εναρμονισμένο Σύστημα Ταξινόμησης και Επισήμανσης των Χημικών Ουσιών πρόκειται για τα διεθνή κριτήρια που έχουν συμφωνηθεί από το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του ΟΗΕ (UN ECOSOC) για την ταξινόμηση και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών και των μειγμάτων
Συντελεστής Μ Πολλαπλασιαστικός Συντελεστής
ΦΑΠΟ Φόρουμ Ανταλλαγής Πληροφοριών για τις Ουσίες

Γλωσσάριο Όρων

Αέριο: ουσία η οποία i) στους 50 °C έχει πίεση ατμών μεγαλύτερη από 300 kPa, ή ii) είναι πλήρως αεριώδης στους 20 °C σε κανονική πίεση 101,3 kPa,

Αερόλυμα: δοχείο αερολύματος, ένα μη επαναπληρώσιμο δοχείο κατασκευασμένο από μέταλλο, γυαλί ή πλαστικό, το οποίο περιέχει αέριο υπό πίεση, υγροποιημένο ή ως διάλυμα υπό πίεση, με ή χωρίς υγρό, πολτό ή σκόνη και με ενσωματωμένη συσκευή απελευθέρωσης που επιτρέπει την εκτίναξη του περιεχομένου υπό μορφή στερεών ή υγρών σωματιδίων σε αέρια εναιώρηση, ή υπό τη μορφή αφρού, πολτού ή σκόνης ή σε υγρή ή αέρια κατάσταση,

Αναγνωριστικός κωδικός προϊόντος: τα στοιχεία που επιτρέπουν τον προσδιορισμό της ουσίας ή του μείγματος,

Αντικείμενο (βάσει των κανονισμών REACH και CLP): το αντικείμενο το οποίο κατά τη διαδικασία παραγωγής αποκτά ειδικό σχήμα, επιφάνεια ή σχέδιο που καθορίζει τη χρηστική λειτουργία του σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι η χημική του σύνθεση,

Αναρρόφηση: η είσοδος υγρής ή στερεάς χημικής ουσίας ή μείγματος άμεσα μέσω της στοματικής ή της ρινικής κοιλότητας, ή έμμεσα από εμετό, στην τραχεία και στο κατώτερο αναπνευστικό σύστημα,

Αρμόδια αρχή: η αρχή, οι αρχές ή οι φορείς που έχουν συσταθεί από τα κράτη μέλη για να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τον κανονισμό CLP,

Αυτοθερμαινόμενη ουσία: υγρή ή στερεά ουσία ή μείγμα, εκτός πυροφορικής ουσίας, που, με αντίδραση με τον αέρα και χωρίς την παροχή ενέργειας μπορεί να αυτοθερμανθεί· η εν λόγω ουσία ή το μείγμα διαφέρει από μια πυροφορική ουσία κατά το ότι αναφλέγεται μόνον όταν βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες (κιλά) και ύστερα από μεγάλες χρονικές περιόδους (ώρες ή ημέρες),

Αυτοαντιδρώσα ουσία: θερμικά ασταθής υγρή ή στερεά ουσία που μπορεί να υποστεί έντονα εξώθερμη αποσύνθεση ακόμη και χωρίς συμμετοχή οξυγόνου (αέρα). Αυτός ο ορισμός αποκλείει ουσίες ή μείγματα που ταξινομούνται σύμφωνα με τον κανονισμό CLP ως εκρηκτικά, οργανικά υπεροξείδια ή ως οξειδωτικά,

Καρκινογόνος: ουσία ή μείγμα ουσιών που προκαλούν καρκίνο ή αυξάνουν τη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου,

Κράμα: μεταλλική ύλη, ομοιογενής σε μακροσκοπική κλίμακα, αποτελούμενη από δύο ή περισσότερα στοιχεία συνδυασμένα κατά τρόπο ώστε ο διαχωρισμός τους να μην είναι άμεσα δυνατός με μηχανικά μέσα· για τους σκοπούς του κανονισμού CLP, τα κράματα θεωρούνται μείγματα,

Διαβρωτικό μετάλλων: ουσία ή μείγμα το οποίο με χημική δράση θα βλάψει υλικά ή και θα καταστρέψει μέταλλα,

Διαφοροποίηση: η διάκριση στο πλαίσιο των τάξεων επικινδυνότητας, ανάλογα με την οδό έκθεσης ή τη φύση των επιπτώσεων,

Διανομέας: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι εγκατεστημένο στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένου του εμπόρου λιανικής πώλησης, και το οποίο απλώς αποθηκεύει και διαθέτει σε τρίτους στην αγορά ουσία είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγμα,

Δήλωση επικινδυνότητας: φράση που αναφέρεται σε μια τάξη και κατηγορία επικινδυνότητας και περιγράφει τη φύση των δυνητικών κινδύνων μιας ουσίας ή μείγματος, συμπεριλαμβανομένου, εφόσον είναι σκόπιμο, του βαθμού επικινδυνότητας,

Δήλωση προφύλαξης: φράση που περιγράφει το μέτρα/-α που συνιστώνται για την ελαχιστοποίηση ή την πρόληψη αρνητικών επιπτώσεων από την έκθεση σε δυνητικά επικίνδυνη ουσία ή μείγμα λόγω της χρήσης ή της απόρριψής τους,

Διάθεση στην αγορά: η προμήθεια ή η διάθεση σε τρίτο είτε έναντι αμοιβής είτε δωρεάν. Η εισαγωγή θεωρείται διάθεση στην αγορά,

Διάβρωση του δέρματος: η πρόκληση μη αναστρέψιμων βλαβών του δέρματος, συγκεκριμένα δε η ορατή νέκρωση από την επιδερμίδα έως το χόριον, ύστερα από εφαρμογή της δοκιμαζόμενης ουσίας για χρονικό διάστημα έως και 4 ώρες,

Δυνητικά επικίνδυνος: αυτός που πληροί τα κριτήρια σχετικά με τους δυνητικούς κινδύνους από φυσικούς παράγοντες, τους δυνητικούς κινδύνους για την υγεία ή τους δυνητικούς κινδύνους για το περιβάλλον, που αναφέρονται στα μέρη 2 έως 5 του παραρτήματος I του κανονισμού CLP,

Εκρηκτικό αντικείμενο: αντικείμενο που περιέχει μία η περισσότερες εκρηκτικές ουσίες,

Εκρηκτική ουσία: στερεά ή υγρή ουσία (ή μείγμα ουσιών) που είναι ικανή, με χημική αντίδραση, να παραγάγει αέριο σε τέτοια θερμοκρασία και πίεση και σε τέτοια ταχύτητα  ώστε να προκαλέσει βλάβη στο περιβάλλον. Συμπεριλαμβάνονται οι πυροτεχνικές ουσίες, ακόμη και αν δεν περιλαμβάνουν αέρια,

Εικονόγραμμα επικινδυνότητας: γραφική σύνθεση που περιλαμβάνει ένα σύμβολο καθώς και άλλα γραφικά στοιχεία, όπως το πλαίσιο, το σχέδιο του φόντου ή το χρώμα, με σκοπό την παροχή συγκεκριμένων πληροφοριών,

Ενδιάμεσο προϊόν: ουσία η οποία παρασκευάζεται και καταναλώνεται ή χρησιμοποιείται στο πλαίσιο χημικών διεργασιών με σκοπό να μετατραπεί σε άλλη ουσία,

Ερεθισμός του δέρματος: η πρόκληση αναστρέψιμων βλαβών του δέρματος μετά την εφαρμογή της δοκιμαζόμενης ουσίας για χρονικό διάστημα έως 4 ώρες,

Ερεθισμός των οφθαλμών: η πρόκληση αλλοιώσεων του οφθαλμού, οι οποίες εμφανίζονται μετά την εφαρμογή της δοκιμαζόμενης ουσίας στην εμπρόσθια επιφάνεια του οφθαλμού και είναι πλήρως αναστρέψιμες εντός 21 ημερών από την εφαρμογή της ουσίας,

Εισαγωγή: η φυσική εισαγωγή στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης,

Εισαγωγέας: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι εγκατεστημένο στην Ένωση και είναι υπεύθυνο για την εισαγωγή,

Ετικέτα (ή επισήμανση): κατάλληλη ομάδα πληροφοριών με γραπτά, τυπωμένα ή γραφικά στοιχεία πληροφοριών σχετικά με δυνητικά επικίνδυνη ουσία ή μείγμα που έχουν επιλεγεί ως σημαντικά για τον κλάδο/-ους στόχο και η οποία επικολλάται, τυπώνεται ή τοποθετείται στον άμεσο περιέκτη δυνητικά επικίνδυνης ουσίας ή μείγματος ή στην εξωτερική συσκευασία της δυνητικά επικίνδυνης ουσίας ή του μείγματος (ο ορισμός ακολουθεί τον ορισμό που παρέχεται στο κεφάλαιο 1.2. του ΠΕΣ),

Ευαισθητοποιητικό του δέρματος: ουσία που όταν έρχεται σε επαφή με το δέρμα προκαλεί αλλεργική αντίδραση. Ο ορισμός της «ευαισθητοποιητικής του δέρματος» ουσίας είναι ισοδύναμος με τον ορισμό της «ευαισθητοποιητικής διά της επαφής» ουσίας,

Εύφλεκτο αέριο: αέριο που έχει εύρος ανάφλεξης με τον αέρα στους 20 °C και σταθερή πίεση 101,3 kPa,

Εύφλεκτο υγρό: υγρό που έχει σημείο ανάφλεξης όχι πάνω από 60 °C. Σημείο ανάφλεξης είναι η χαμηλότερη θερμοκρασία (διορθωμένη σε κανονική πίεση 101,3 kPa) στην οποία η εφαρμογή πηγής ανάφλεξης προκαλεί ανάφλεξη των ατμών ενός υγρού υπό συγκεκριμένες συνθήκες δοκιμής,

Εύφλεκτο στερεό: στερεά ουσία ή μείγμα που είναι άμεσα δυνατό να καεί ή μπορεί να προκαλέσει ή να συμβάλει σε ανάφλεξη λόγω τριβής,

Ευαισθητοποιητικό του αναπνευστικού συστήματος: ουσία που, όταν εισπνέεται, προκαλεί υπερευαισθησία των αναπνευστικών οδών,

Καθοδήγηση σχετικά με τις απαιτήσεις για ουσίες σε αντικείμενα: Καθοδήγηση του ECHA σχετικά με τις απαιτήσεις για ουσίες σε αντικείμενα,

Κανονισμός για τα τέλη: Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 440/2010 της Επιτροπής, της 21ης Μαρτίου 2010, σχετικά με τα τέλη που καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων,

Καταχωρίζων: ο παρασκευαστής ή ο εισαγωγέας μιας ουσίας ή ο παραγωγός ή εισαγωγέας ενός αντικειμένου, ο οποίος υποβάλει καταχώριση ουσίας δυνάμει του κανονισμού REACH,

Κοινοποιών: ο παρασκευαστής ή ο εισαγωγέας ή η ομάδα παρασκευαστών ή εισαγωγέων που προβαίνουν σε κοινοποίηση στον Οργανισμό,

Μείγμα: μείγμα ή διάλυμα που αποτελείται από δύο ή περισσότερες ουσίες. Ωστόσο, στο κεφάλαιο 1.2 του ΠΕΣ του ΟΗΕ περιλαμβάνεται η φράση «μέσα στο οποίο δεν αντιδρούν», στο τέλος ενός κατά τα λοιπά ταυτόσημου ορισμού,

Μεταγενέστερος χρήστης: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εκτός από τον παρασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο είναι εγκατεστημένο στην Ένωση και το οποίο χρησιμοποιεί ουσία είτε υπό καθαρή μορφή είτε σε μείγμα κατά τη βιομηχανική ή επαγγελματική του δραστηριότητα. Ο διανομέας ή ο καταναλωτής δεν είναι μεταγενέστερος χρήστης. Ο επανεισαγωγέας, που εξαιρείται βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του κανονισμού REACH, θεωρείται μεταγενέστερος χρήστης,

ΜΜΕ: Μικρομεσαίες επιχειρήσεις,

Μεταλλαξιγόνο: όρος που χρησιμοποιείται για παράγοντες που προκαλούν αυξημένη στατιστική εμφάνιση μεταλλάξεων σε πληθυσμούς κυττάρων ή/και οργανισμούς,

Μετάλλαξη: η μόνιμη μεταβολή στην ποσότητα ή τη δομή του γενετικού υλικού ενός κυττάρου,

Μονομερές: ουσία η οποία μπορεί να σχηματίζει ομοιοπολικούς δεσμούς με αλληλουχία πρόσθετων όμοιων ή ανόμοιων μορίων υπό τις συνθήκες της σχετικής αντίδρασης σχηματισμού πολυμερών που χρησιμοποιείται για τη συγκεκριμένη διαδικασία,

Οξειδωτικό αέριο: οποιοδήποτε αέριο το οποίο μπορεί, γενικά με την παροχή οξυγόνου, να προκαλέσει ή να συμβάλει, περισσότερο απ’ ό,τι ο αέρας, στην καύση άλλου υλικού,

Οξειδωτικό υγρό: υγρό που, ενώ από μόνο του δεν είναι κατ’ ανάγκη καύσιμο, μπορεί γενικά με την παροχή οξυγόνου να προκαλέσει ή να συμβάλει στην καύση άλλου υλικού,

Οξειδωτικό στερεό: στερεό που, ενώ το ίδιο δεν είναι κατ’ ανάγκη καύσιμο, μπορεί γενικά με την παροχή οξυγόνου να προκαλέσει ή να συμβάλει στην καύση άλλου υλικού,

Οργανικό υπεροξείδιο: υγρή ή στερεά οργανική ουσία, η οποία περιέχει τη δισθενή δομή -O-O- και μπορεί να θεωρηθεί παράγωγο υπεροξειδίου του υδρογόνου, όπου ένα ή και τα δύο άτομα του υδρογόνου έχουν αντικατασταθεί από οργανικές ρίζες. Ο όρος περιλαμβάνει επίσης συνθέσεις οργανικών υπεροξειδίων (μείγματα),

Ουσία: χημικό στοιχείο και οι ενώσεις του σε φυσική κατάσταση ή όπως λαμβάνονται από οποιαδήποτε διεργασία παρασκευής, συμπεριλαμβανομένου κάθε προσθέτου που είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της σταθερότητάς της και κάθε πρόσμειξης που προέρχεται από τη χρησιμοποιούμενη διεργασία, αποκλειόμενου κάθε διαλύτη που μπορεί να διαχωριστεί χωρίς να επηρεάσει τη σταθερότητα της ουσίας ή να μεταβάλει τη σύνθεσή της,

Παράμετρος: κάθε φυσικοχημική, βιολογική η περιβαλλοντική επίδραση, η οποία μπορεί να μετρηθεί υπό συγκεκριμένες συνθήκες,

Παρασκευαστής: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι εγκατεστημένο στην Ένωση και παρασκευάζει ουσία εντός της Ένωσης,

Παρασκευή: η παραγωγή ή η εκχύλιση ουσιών σε φυσική κατάσταση,

Πολυμερές: ουσία που αποτελείται από μόρια χαρακτηριζόμενα από ακολουθία ενός ή περισσότερων τύπων μονομερών μονάδων. Τα μοριακά βάρη των εν λόγω μορίων πρέπει να καλύπτουν εύρος εντός του οποίου οι διαφορές μοριακού βάρους οφείλονται πρωτίστως στη διαφορά του αριθμού των μονομερών μονάδων που τα απαρτίζουν. Ένα πολυμερές περιλαμβάνει τα εξής: (a) μια απλή κατά βάρος πλειονότητα μορίων που περιέχουν τρεις τουλάχιστον μονομερείς μονάδες συνδεδεμένες με ομοιοπολικούς δεσμούς με τουλάχιστον άλλη μία μονομερή μονάδα ή με άλλο αντιδρών συστατικό, και (b) λιγότερο από μια απλή κατά βάρος πλειονότητα μορίων ενός και του αυτού μοριακού βάρους. Στο πλαίσιο του παρόντος ορισμού, ως «μονομερής μονάδα» νοείται η αντιδρώσα μορφή μιας μονομερούς ουσίας ενός πολυμερούς,

Προειδοποιητική λέξη: λέξη που υποδεικνύει το σχετικό επίπεδο σοβαρότητας των δυνητικών κινδύνων ώστε να προειδοποιείται ο αναγνώστης για δυνητικό κίνδυνο· διακρίνονται τα ακόλουθα δύο επίπεδα: (a) «Κίνδυνος» είναι προειδοποιητική λέξη που υποδηλώνει τις σοβαρότερες κατηγορίες επικινδυνότητας, και (b) «Προσοχή» είναι μια προειδοποιητική λέξη που υποδηλώνει τις λιγότερο σοβαρές

Πυροφορικό υγρό: υγρό που, ακόμα και σε μικρές ποσότητες, μπορεί να αναφλεγεί μέσα σε πέντε λεπτά από την επαφή του με τον αέρα,

Πυροφορικό στερεό: στερεό που, ακόμη και σε μικρές ποσότητες, μπορεί να αναφλεγεί μέσα σε πέντε λεπτά μετά την επαφή του με τον αέρα,

Πυροτεχνικό αντικείμενο: αντικείμενο που περιέχει μία ή περισσότερες πυροτεχνικές ουσίες,

Πυροτεχνική ουσία: ουσία ή μείγμα ουσιών που προορίζεται να παραγάγει αποτέλεσμα μέσω θερμότητας, φωτός, ήχου, αερίου ή καπνού ή συνδυασμού αυτών μέσω εξώθερμης χημικής αντίδρασης, μη εκρηκτικής και αυτοσυντηρούμενης,

Σοβαρή οφθαλμική βλάβη: η πρόκληση βλάβης στους ιστούς των οφθαλμών ή η σοβαρή μείωση της όρασης, η οποία εμφανίζεται μετά την εφαρμογή της δοκιμαζόμενης ουσίας στην εμπρόσθια επιφάνεια του οφθαλμού και δεν είναι πλήρως αναστρέψιμη εντός 21 ημερών από την εφαρμογή της ουσίας,

Σταδιακά εισαγόμενη ουσία: ουσία η οποία ανταποκρίνεται σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα κριτήρια: (a) περιλαμβάνεται στο Ευρωπαϊκό Ευρετήριο των Χημικών Ουσιών που κυκλοφορούν στο Εμπόριο (EINECS), (b) έχει παρασκευασθεί στην Ένωση, ή στις χώρες που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Ιανουαρίου 1995, την 1η Μαΐου 2004 ή την 1η Ιανουαρίου 2007, αλλά δεν έχει διατεθεί στην αγορά από τον παρασκευαστή ή τον εισαγωγέα, τουλάχιστον μία φορά κατά τη δεκαπενταετία που προηγείται της έναρξης ισχύος του κανονισμού REACH, υπό την προϋπόθεση ότι ο παρασκευαστής ή ο εισαγωγέας έχει τεκμηριωμένα αποδεικτικά στοιχεία περί αυτού, και (c) έχει διατεθεί στην αγορά της Ένωσης, ή των χωρών που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Ιανουαρίου 1995, την 1η Μαΐου 2004 ή τον Ιανουάριο 2007, από τον παρασκευαστή ή τον εισαγωγέα σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή εντός της περιόδου από 18 Σεπτεμβρίου 1981 έως και 31 Οκτωβρίου 1993 και, πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού REACH, θεωρήθηκε ότι έχει κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ, λαμβάνοντας υπόψη τη διατύπωση του άρθρου 8 παράγραφος 1, όπως τροποποιήθηκε δυνάμει της οδηγίας 79/831/ΕΟΚ, αλλά δεν ανταποκρίνεται στον ορισμό του πολυμερούς που αναφέρεται στον κανονισμό REACH, υπό την προϋπόθεση ότι ο παρασκευαστής ή ο εισαγωγέας έχει τεκμηριωμένα αποδεικτικά στοιχεία περί αυτού,

Στερεό: ουσία ή μείγμα το οποίο δεν εμπίπτει στους ορισμούς του υγρού ή του αερίου,ουσία ή μείγμα το οποίο δεν εμπίπτει στους ορισμούς του υγρού ή του αερίου,

Στοιχείο επισήμανσης: τύπος πληροφορίας που έχει εναρμονιστεί για χρήση σε ετικέτες, πχ. εικονόγραμμα επικινδυνότητας, προειδοποιητική λέξη,

Σύμβολο: γραφικό στοιχείο που αποσκοπεί στη συνοπτική μεταφορά πληροφοριών,

Συντελεστής Μ: πολλαπλασιαστικός συντελεστής. Εφαρμόζεται στη συγκέντρωση μιας ουσίας που έχει ταξινομηθεί ως δυνητικά επικίνδυνη για το υδάτινο περιβάλλον, οξείας τοξικότητας κατηγορίας 1 ή χρόνιας τοξικότητας κατηγορίας 1, και χρησιμοποιείται για τη συναγωγή με την αθροιστική μέθοδο της ταξινόμησης μείγματος στο οποίο είναι παρούσα η ουσία,

Τάξη επικινδυνότητας: η φύση του δυνητικού κινδύνου από φυσικούς παράγοντες, του δυνητικού κινδύνου για την υγεία ή του δυνητικού κινδύνου για το περιβάλλον,

Τυποποιητής: Εταιρεία που παράγει μείγμα. Τυποποιητής που είναι εγκατεστημένος στην ΕΕ είναι μεταγενέστερος χρήστης,

Υγρό: ουσία ή μείγμα το οποίο στους 50 °C έχει πίεση ατμών όχι μεγαλύτερη από 300 kPa (3 bar), δεν είναι εντελώς αεριώδες στους 20 °C και σε κανονική πίεση 101,3 kPa, με σημείο τήξεως ή αρχικό σημείο τήξεως 20 °C ή λιγότερο σε κανονική πίεση 101,3 kPa. Ιξώδεις ουσίες ή μείγματα για τα οποία δεν μπορεί να προσδιοριστεί συγκεκριμένο σημείο τήξεως υποβάλλονται στη δοκιμή ASTM D 4359- 90 ή στη δοκιμή προσδιορισμού της ρευστότητας (δοκιμή με διεισδύμετρο) όπως ορίζεται στην ενότητα 2.3.4 του παραρτήματος A της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας για τις διεθνείς οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ADR),

 (Υπο)Κατηγορία επικινδυνότητας: η (υπο)διαίρεση των κριτηρίων εντός κάθε τάξης επικινδυνότητας, με προσδιορισμό της σοβαρότητας του δυνητικού κινδύνου,

Χρήση: οποιαδήποτε μεταποίηση, ενσωμάτωση σε παρασκεύασμα (τυποποίηση), κατανάλωση, αποθήκευση, διατήρηση, κατεργασία, πλήρωση περιεκτών, μεταφορά μεταξύ περιεκτών, ανάμειξη, παραγωγή αντικειμένου ή οποιαδήποτε άλλη χρησιμοποίηση,

INCHEM: διαδικτυακό εργαλείο που παρέχει πληροφορίες σχετικά με τη χημική ασφάλεια, οι οποίες παράγονται από το Διεθνές Πρόγραμμα Χημικής Ασφάλειας και από το Καναδικό Κέντρο για την Ασφάλεια στην Εργασία.